Κατέβασε τα χέρια της από τα μάτια της και κοιτώντας θολά μέσα στον χώρο με κυνήγησε μέχρι που με έπιασε (η αλήθεια είναι ότι οι αντιστάσεις μου είχαν καμφθεί ώρα πριν στο άκουσμα της τρεμουλιασμένης της φωνής). Όλα θα πάνε καλά της είπα και η αχλύ που την εμπόδιζε να δει πήγε να σπάσει από το χαμόγελό της. Πόσο θα θελα να βγει αληθινό αυτό που της είπα και να με θυμάται για πολύ καιρό μετά γι' αυτή μου τη συμπάθεια. Ανταπέδωσα τυπικά παλεύοντας με την επιθυμία μου να την πιάσω από το χέρι που ήδη είχε βάλει στην καρδιά της. Ελπίζω να μη σε ξαναδώ ποτέ σκεφτήκαμε και οι δυο.