Πάω για φωτοτυπίες, σκάει μύτη γλοιώδης δικηγόρος, λέει στον φωτοτυπά ότι άνοιξε και ένα μπουκάλι και ήπιε το μισό για να γουστάρει. Πάω για να κόψω την παράσταση μου, περιμένω στο γκισέ, μπροστά μου δύο δικηγόροι, πιάνουν κουβέντα με τον υπάλληλο, πίκρα πολύ. Πάω στο μαγειρείο, με ρωτά όλο νόημα ο σεφ, πώς πέρασες χθες, του απαντώ αγνοώντας τις πεποιθήσεις του, εγώ καλά, όπως και όλη η πόλη, εκτός από κάτι κοτόπουλα.
[Paulus όπως θα λεγε και ο φίλος μου ο Αλεκάλτ, αντε και στο διάολο, κοτόπουλα]